του Σταύρου Κωνσταντίνου
Ζούμε σε έναν αιώνα που η ποίηση έχει καταντήσει μια εκκεντρική συνήθεια, μια παρελθοντολογία: σαν να μαζεύεις γραμματόσημα ή κάτι παρόμοιο.
Η ποιητική δημιουργία έχει καταντήσει φθηνή αυτοψυχοθεραπεία, ενώ η ανάγνωση ποίησης θεωρείται πλέον επίδειξη πολυτελείας. Σήμερα, όταν κάποιος δηλώνει πως γράφει ή διαβάζει ποίηση, γίνεται αντικείμενο υποψίας. Για τους άλλους, ένας τέτοιος άνθρωπος δεν διαφέρει και πολύ από κάποιον που φοράει μάρκες-μαϊμού για να εντυπωσιάσει.
Αληθεια, στο κάτω κάτω, τι ανάγκη έχουμε από ποιητές; Η γνώμη των πολλών για αυτούς μοιάζει με γελοιογραφία: είναι άνθρωποι κλεισμένοι στον χρυσελεφάντινο πύργο τους, κλαίνε υποκριτικά πάνω από συμφορές που ούτε τους έχουν αγγίξει καν, παίζουν με τις λέξεις για να διασκεδάσουν τη ανια τους και παραπονιούνται για την αντιδημοτικότητά τους ενώ ούτε που έχουν δει αληθινό άνθρωπο από κοντά. Το αστείο είναι πώς έχουν πράγματι δίκιο για αυτούς , τέτοιου είδους ποιητες εκτρέφει η εποχή μας: ποιητες δίχως κοινωνικής συνείδηση.
Οι ιδέες όμως -η γνήσιες ιδέες -δεν είναι εργαστηριακά προϊόντα, αλλά ενεργό υλικό της ζωής μας, της δικής μου τη ζωής και της δικής σας. Πρέπει να δοκιμάζονται στον πνευματικό,κοινωνικό και πολιτικό στίβο, αλλιώς σκουριάζουν. Έτσι και ο ποιητής πρέπει να έχει τη συναίσθηση και την ευθύνη του άλλου, ότι ο ίδιος δεν είναι μία μοναχική ύπαρξη, αλλά ένας άνθρωπος που ζει, αγαπάει, ονειρεύεται και παλεύει μαζί με άλλους ανθρώπους,
,πλάι σε άλλους ανθρώπους: ο άνθρωπος είναι το αγαθό για το οποίο όλα τα άλλα αγαθά είναι απλώς νομίσματα.
Ο ποιητής είναι η φωνή που εκτίθεται, που βγαίνει μπροστά, μέσα στην αγάπη και μέσα στα αίματα αδίστακτος. Είναι ο δημιουργός που θέλει να χάσει την κυριότητα του πάνω στην ίδια του την δημιουργία: από “δικια του” να γίνει “δικια μας”. Έτσι ξεχωρίζει ένας καλός στίχος από ένα ποίημα: το ποίημα είναι μία οντότητα που ξεπερνά τον δημιουργό του
, που γίνεται σάρκα και αίμα μιας γενιάς,μιας φυλής, όλου του κόσμου.
Ωστόσο ο πίτη δυνατός ένα φερέφωνο της καθημερινότητας αυτό το καταφέρνει και ένα δελτίο ειδήσεων καθήκον του ποιητή είναι να αισθανθεί τους ανθρώπους του τόσο βαθιά, τοσο ουσιαστικα, πού να τους αφομοιώσει, και μέσω της ευαισθησίας του της ιδιοσυγκρασίας του να δείξει τον δρόμο, ως πνευματικός ποιμένας, δίχως να επιβάλλεται, απλώς προχωρώντας, και όποιος θέλει τον ακολουθάει. Αν έχει δίκιο, αργά ή γρήγορα θα το βρει, έστω και σε προοπτική αιώνων.
Εξαιτίας αυτής της κοινωνικής του ευθύνης (πού είναι και ο λόγος υπαρξής του), οπίτης πρέπει να είναι προσιτός στους ανθρώπους του. Όχι απλοποιώντας, όμως, την τέχνη του, αφού γράφοντας απλοικα μόνο επιδοτεις τον ποιητικό αλφαβητισμό – δεν λύνεις το πρόβλημα
, αλλά το αναβάλλεις πλησιάζοντας την τέχνη σου και τους ανθρώπους σου. Ο μόνος τρόπος να φέρεις τους ανθρώπους εντός της τέχνης σου βρίσκεται εκτός της: ερχόμενος σε επαφή με τον λαό σου, φέρνοντας την ποιηση στη ζωή του. Με δημόσιες απαγγελίες με διαλέξεις και ποιητικά εργαστήρια, μόνο έτσι θα τους προσφέρεις γνήσια ποιητική παιδεία. Δυστυχώς, η παιδεία θα είναι πάντοτε λαθραία: πέρα από τον άψυχο σχολαστικισμό του σχολείου, πέρα από αισθητικές και ποιητικές θεωρίες. Μόνο εκεί που η ποιηση αγγίζει την ζωή και δημιουργεί τον μύθο, μόνο εκεί οι άνθρωποι θα μοιραστούν την αγάπη και το θαύμα που λέγεται ποίηση
Αυτή είναι και η πρόθεση μου γράφοντας αυτό το άρθρο: να εγκαταλείψω τις ηλίθιες αποστάσεις που μας χωρίζουν, αφού δεν γράφω για μένα, αλλά για σας, για να εκφράσω αυτά που σας απασχολούν, αυτά που αισθάνεσαι, τα οποία είναι στην ουσία αυτά που απασχολούν και εμένα, αυτά που φτάνουμε κι εγώ. Η αγάπη έχει μία νοημοσύνη που φέρνει λύσεις αναπάντεχες. Αυτή είναι η δύναμη της ποίησης. Η ποίηση όμως δεν είναι μονομερής: είναι η παρτιτούρα που τη συνθέτει ο ποιητής για να την εκτελέσει ο αναγνώστης του. Εγώ κάνω την περνάει από το χέρι μου, εσείς να δούμε τώρα








