Η πρώτη λέξη του Οδυσσέα Ελύτη ήταν ο έρωτας, και η τελευταία του η αγάπη. Ανάμεσα σε αυτές τις δύο λέξεις η ευαισθησία του μπόρεσε να φυτρώσει σαν λουλούδι στο πεζοδρόμιο. Κι ας μη μετρούν σήμερα ούτε η αγάπη ούτε ο έρωτας όσο άλλοτε· για τον Ελύτη είναι ακόμη τα πάντα.
Πραγματικά, πιστεύω πως πιο περήφανος θα ήταν αν μάθαινε πως ένα ζευγάρι στέλνει ραβασάκια τους στίχους του, παρά μια καλή κριτική ή ένα βραβείο. Θα ευγνωμονούσε για ένα τέτοιο μερίδιο στον έρωτα και στην αγάπη.
Για τον Οδυσσέα Ελύτη, ο έρωτας είναι εκείνη η στιγμή που συνειδητοποιείς πως υπάρχεις. Μα είναι και η ίδια στιγμή που ο εαυτός σου σε ενδιαφέρει λιγότερο από ποτέ, γιατί σε νοιάζει μόνο κάποιος άλλος: το πρόσωπο που αγαπάς. Αντιφάσκω; Κι όμως, πάνω σε αυτή τη μικρή αντίφαση στηρίζεται ο έρωτας. Γι’ αυτό ο έρωτάς του δεν είναι εύκολο πράγμα. Τον κάνει να πονάει με το μαράζι του:
Το φως όπου σηκώνω και τον έρωτα
Έννοια σας μήτε εγώ τα έχω απλέρωτα
(Ήλιος ο Ηλιατορας)
Έτσι ο έρωτας δεν είναι για τον Ελύτη απλώς ικανοποίηση ενός καπρίτσιου, αλλά μία ευθύνη για τον άλλον. Για αυτό ο έρωτας του συμπορεύεται πάντοτε με μια αγωνία:
Και γιατί λέει να μέλλει κοντά σου να ρθω
που δεν θέλω αγάπη αλλά θέλω τον άνεμο
αλλά θέλω της ξέσκεπης όρθιας θάλασσας τον καλπασμό
(Μονόγραμμα)
Παρόλα αυτά, ο Ελύτης είναι αποφασισμένος να αγαπήσει με κάθε κόστος, όσο και να πονέσει:
Βγήκα για νέες πληγές
πάνω απ’ τις παλιές
σαν νούφαρα
(Τρία ποιήματα με σημαία ευκαιρίας)
αφού όποιος αγαπάει μόνο με ανταπόκριση, μονάχα ακίνδυνα, είναι σαν να κάνει ποδήλατο με βοηθητικές ρόδες: δείχνει ανωριμότητα. Μάλιστα, ο Ελύτης γράφει ότι:
σ’ αγαπώ και στην αγάπη ξέρω
να μπαίνω σαν πανσέληνος
(Μονόγραμμα)
δηλαδή ολόκληρος, να τα δίνει όλα, αφού ξέρει πώς και αν τον πληγώσουν, θα είναι από αγάπη, και όχι από κακία. Όλοι μας μέσα στον έρωτα είμαστε αδέξιοι, σαν ένα υπεραναπτυγμένο παιδί που σε στραγγαλίζει τρυφερά στην αγκαλιά του. Αυτό ήθελε να πει με τους στίχους του:
η αγάπη είναι σαν δύο ποτήρια σε στιγμή ενθουσιασμού
Ντινγκ
Λάμψη
Θρυψαλα
(Τρία ποιήματα με σημαία ευκαιρίας)
Όμως, γιατί έχει τόση αξία η αγάπη, αφού μας κάνει να υποφέρουμε; Επειδή:
Η άγγελοι τραγουδάνε. Και οι ερωτευμένοι επίσης. Πίσω από κάθε ανάταση, από κάθε μεράκι, μια κιθάρα περιμένει να πάρει τα λόγια και να τα ταξιδέψει από χείλη σε χείλη. Δεν είναι λίγο αυτό. Είναι η χαρά να δίνεις χαρά στους άλλους. Είναι αυτό που μας βαστάει στη ζωή
(Τα Ρω του Έρωτα)
Και αυτό το μεράκι, η αγάπη που γίνεται τραγούδι, είναι ο,τι πιο πολύτιμο υπάρχει, αφού:
Πάρτε μεράκι φλόγα λόγο μάλαμα
Πάρτε μικρό λαγούτο πάρτε μπαγλαμά
Να αρχίσει το τραγούδι να ανέβει ο καημός
να πάρει και να δώσει ο νους και ο λογισμός
Τι με το “χα” τι με το ”νό” και με τον “νται”
Όλα του κόσμου τα άδικα ξε-χα-νο-νται
(Ήλιος ο Ηλιατορας)
Στο κάτω κάτω, για τον Ελύτη ένα ομορφο νέο κορμί δεν είναι απλός σάρκα, αλλά υλοποίηση μιας ηθικής έννοιας:
Ένα σώμα λείο νέο γυμνό: η δικαιοσύνη
(Μαρία Νεφέλη)
Ο έρωτας είναι ένα χτυποκάρδι στο στήθος του, σαν εκρηκτικός μηχανισμός έτοιμος να τον ανατινάξει στον αέρα, φέρνοντας τον κοντά στο θείο:
Αχ ομορφιά σύ θα με παραδώσεις καθώς ο Ιούδας
(Ελεγεια της οξωπετρας)
Οπότε η αγάπη λειτουργεί σαν ένα μυστήριο, με την θρησκευτική έννοια, που σε φέρνει κοντά στον θεό,στον παράδεισο. Πραγματικά, ο Ελύτης πιστεύει πως όλα μας τα προβλήματα -κοινωνικά, πολιτικά, οικονομικά- λύνονται αρκεί να ξέραμε να αγαπάμε σωστά:
Σε ένα έστω λουλούδι αν ήξερες να πολιτεύεσαι σωστά
θα τα είχες όλα
(Τα ετεροθαλοι)
Και είχε απόλυτο δίκιο. Η αγάπη έχει μία κρυφή νοημοσύνη, ικανή να φέρει λύσεις που κανείς μας δεν μπορεί να μαντέψει. Γι αυτό ο Ελύτης αν έβγαινε σε πορεία, θα έβγαινε κρατώντας μόνο λουλούδια:
Ολοένα εκστρατευουν – κοιτάξτε
Άλλοι με τις κοινωνικές τους θεωρίες
Πολύ κραδαίνοντας απλώς λουλούδια
(Μαρία Νεφέλη)
Ένα ραβασάκι μπορεί να αλλάξει τον κόσμο μας περισσότερο από κάθε προκήρυξη- ή κάθε νομοθέτημα. Το ραβασάκι είναι το χρυσόβουλο του θεού, και ο θεός ξέρει που βάζει την υπογραφή του. Στο τέλος η ομορφιά θα μας νικήσει: θέλουμε – δεν θέλουμε.
ΥΓ:
Έχω να θέσω κάποιες διευκρινίσεις όσον αφορά αυτό το κείμενο:
- Η ποίηση δεν εξηγείται, δεν είναι κάτι που διδάσκεται, αλλά κάτι που το αισθάνεσαι ακαριαία,, σαν κεραυνός. Αμα δεν μπορέσεις, πρέπει να περιμένεις τον επόμενο. Όμως, τότε γιατί γράφω αυτό το άρθρο, αφού- όπως λέω- δεν εξηγείται; Μα, πρόθεση μου δεν είναι εξηγήσω τον Ελύτη (αφού κάθε εξήγηση είναι απλοποίηση), αλλά να δημιουργήσω ένα κλίμα τόσο μαγνητικά φορτισμένο που να τραβάει τους κεραυνούς, και ίσως όλο και κάποιος κεραυνός να μας χτυπήσει
- Σε όλο το κείμενο υπάρχουν πολλές παραπομπές στο ίδιο το έργο του Ελύτη, σαν να κάνω κολάζ, και όχι κριτική. Αυτό το επέλεξα, αφενός , επειδή πιστεύω πως ο Ελύτης είναι ο κατάλληλος να σε ξεναγήσει στην ποιητική του ενδοχώρα, και αφετέρου επειδή πιστεύω πως ένας καλός ποιητής – όπως ο Ελύτης – δεν έχει ανάγκη από κριτικό, αλλά μάλλον από ραψωδό. Κάτι ήξερε και ο Όμηρος.








